Το ημερολόγιο δείχνει 1920. Συγγραφείς, διανοούμενοι, γαλαζοαίματοι και ταξιδευτές κολυμπάνε στα κυκλαδίτικα νερά ενός άγνωστου αλλά μαγευτικού νησιού. Δεκαετίες αργότερα, όλος ο κόσμος θα μιλά για τη διάσημη Μύκονο.
Καλοκαίρι 1961: Πλήθος παπαράτσι αποβιβάζονται στο νησί της Μυκόνου. Η Τζάκι Κένεντι αντικρίζει το κυκλαδίτικο φως μέσα από τα μεγάλα, στρογγυλά γυαλιά της. Η πρώτη κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών θα κάνει καλοκαιρινές διακοπές στο γαλανόλευκο νησί των Κυκλάδων. Μπορεί τα μάτια όλου του κόσμου να στράφηκαν αργότερα στη Μύκονο, όμως πριν από έξήντα καλοκαίρια οι jet setters της εποχής ήταν αυτοί που την ανακάλυψαν πρώτοι και κολύμπησαν στις παραλίες του νησιού που δεν θα πάψει να μας εκπλήσσει ποτέ.
Γράμμα στην Ελένη
«Σπάνια χάρηκα τόσο βαθιά όσο τη στιγμή που αντίκρισα τη μικρή πολιτεία, κάτασπρη, χιονάτη, με τις ασβεστωμένες ίσες ταράτσες, λάμποντας, σαν πολιτεία φεγγαριού, απάνου από μια θάλασσα σκούρα γαλάζα και πράσινη.»
Στις 11 Αυγούστου του 1925 ο Νίκος Καζαντζάκης επισκέπτεται τη Μύκονο. Είναι μια στάση σε μια σειρά ταξιδιών που πραγματοποιεί για να γράψει τους τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων με τον τίτλο «Ταξιδεύοντας». Το παραπάνω απόσπασμα είναι μία μόνο πρόταση από το γράμμα που έχει στείλει στη σύζυγό του Ελένη, όπως η ίδια το δημοσιεύει στο βιβλίο της «Νίκος Καζαντζάκης – Ο Ασυμβίβαστος».
Ο Κρητικός συγγραφέας συμπεριλαμβάνει τη Μύκονο στις πόλεις που απόλαυσε περισσότερο στα ταξίδια του, μαζί με την Ιερουσαλήμ και τη Μόσχα.
Η επίσκεψη του Νίκου Καζαντζάκη στη Μύκονο δεν είναι τυχαία: Από τις αρχές τις δεκαετίας του 1920 το νησί έχει προσελκύσει πλήθος καλλιτεχνών, συγγραφέων και ταξιδευτών της εποχής, ενώ στην Αθήνα ήδη από το 1925 οργανώνονται μικρές εξορμήσεις από νέους της εποχής.
Ταξιδευτές της εποχής περιγράφουν πως η Χώρα της Μυκόνου διέθετε διανυκτερεύον καφενείο όπου έπιναν βραδινό καφέ οι ντόπιοι ναυτικοί του νησιού, αλλά και οι επισκέπτες.
Εν αρχή ην η Δήλος
Το 1873 η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή ξεκινά ανασκαφές στο νησί της Δήλου και οι πρώτοι Ευρωπαίοι αρχαιολόγοι που συμμετέχουν στις εργασίες δεν χάνουν την ευκαιρία να πεταχτούν μέχρι τη Μύκονο.
Θέλουν να κοιτάξουν κατάματα τον αστραφτερό ήλιο του απέναντι νησιού με τους λίγους μόνιμους κατοίκους και να χαθούν στα μπερδεμένα σοκάκια του, μια εφεύρεση των ντόπιων, που λειτουργούσε ως αντιπερισπασμός στους πειρατές που τους επιτίθενταν συχνά.
Οι πρώτοι Ευρωπαίοι τουρίστες δεν γνωρίζουν τη Μύκονο μόνο από τη Δήλο και τα σπουδαία αρχαιοελληνικά ευρήματα που παρουσιάζει, αλλά και από μία διάσημη Ελληνίδα που χαίρει διεθνούς θαυμασμού: Λέγεται Μαντώ Μαυρογένους και μπορεί να έχει πεθάνει ήδη από το 1840, όμως η φήμη της είναι ακόμα έντονη στο νησί.
Για τους Ευρωπαίους κοσμικούς της εποχής, η Μαυρογένους δεν είναι μία ακόμα ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά πολύ περισσότερο μια γενναιόδωρη κοσμοπολίτισσα που ο Διαφωτισμός την επηρέασε από την κορυφή ως τα νύχια.
Η Μύκονος της διανόησης
Από τη δεκαετία του 1920 έχει γίνει ήδη γνωστό ότι κύκλοι της ευρωπαϊκής Διανόησης παραθερίζουν στη Μύκονο. Αυτό κινητοποιεί τους Έλληνες συγγραφείς και καλλιτέχνες ώστε να λάβουν κι εκείνοι μερίδιο δόξας στο νησί.
Τη δεκαετία του 1930 χτίζεται στο νησί παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών υπό την επίβλεψη του διευθυντή της, γλύπτη Κώστα Δημητριάδη.
Τη σχολή, θα χρησιμοποιήσουν και οι τότε Έλληνες γαλαζοαίματοι προκειμένου να υποδεχτούν τους Ευρωπαίους ομολόγους τους για καλοκαιρινές διακοπές και ξενάγηση στο νησί των Ανέμων.
Δύο εφημερίδες αποτυπώνουν
Το 1933 κυκλοφορεί στο νησί η δεκαπενθήμερη εφημερίδα Μυκονιάτικα Χρονικά, με εκδότη τον διανοούμενο ερευνητή Ιωάννη Μπόνη, φίλο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και άλλων λόγιων της εποχής, όπως ο Παύλος Νιρβάνας και ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Στην εφημερίδα αρθρογραφεί και μια άλλη διάσημη Μυκονιάτισσα με πλούσια λογοτεχνική και πολιτική δράση, η Μέλπω Αξιώτη.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1934, στις εκδόσεις του νησιού έρχεται να προστεθεί μία ακόμα εφημερίδα, η ομώνυμη Μύκονος, επίσης δεκαπενθήμερη και με δυνατότητα συνδρομής από αναγνώστες του εξωτερικού. Τα άρθρα των Μυκονιάτικων Χρονικών και της Μυκόνου αφορούν τοπικά θέματα του νησιού, αλλά κυρίως τη σχέση του με την τέχνη και τον τουρισμό.
Το παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών αναφέρεται συχνά στα άρθρα της εποχής, ενώ σχεδόν σε κάθε φύλλο οι αρθρογράφοι των εφημερίδων δίνουν συμβουλές για το πώς οι ντόπιοι πρέπει να υποδέχονται τους τουρίστες.
Τα πρώτα κυκλαδίτικα Airbnb
Τον Μάιο του 1934 η εφημερίδα Μύκονος συμβουλεύει τους Μυκονιάτες να ενδιαφερθούν για το άνοιγμα ξενοδοχείων στο νησί.
Οι καινοτομίες όμως δεν σταματούν εκεί. Η εφημερίδα προτείνει τη «διαρρύθμιση ιδιωτικών σπιτιών για να δέχονται ξένους επί πληρωμή», μια λύση που θα έπρεπε να δώσει στους Μυκονιάτες δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, μιας και φαίνονται οι προπομποί για μια νέα μανία του αιώνα που διανύουμε: του Airbnb.
Σε ό,τι αφορά τις τιμές των προϊόντων, η εφημερίδα αναφέρει: «Προσοχή στις τιμές που πουλιούνται τα τρόφιμα και που έχουν τα ξενοδοχεία, γιατί κανένας ξένος δεν εννοεί να τον γδάρουν επειδή είναι λόρδος.» Μάλλον οι κάτοικοι του νησιού είχαν επηρεαστεί αρκετά από το οικονομικό και πολιτισμικό μέγεθος των επισκεπτών, γεγονός που τους ωθούσε σε σχετικές προσαυξήσεις προϊόντων, συνήθεια που δεν έχουν αποβάλει μέχρι και σήμερα.
Οι κοσμικοί
Το μυκονιάτικο παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών υπήρξε το ορμητήριο της δημοφιλίας και της κοσμικότητας του νησιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι διάσημες εκθέσεις ζωγραφικής που παρουσιάζονταν στο Παρίσι φιλοξενούσαν πίνακες που απεικόνιζαν τοπία της Μυκόνου, γεγονός που αποδεικνύει ότι Γάλλοι καλλιτέχνες επέλεγαν τις κορυφές του νησιού προκειμένου να αναπαραστήσουν τις στιγμές που το κυκλαδίτικο φως βρισκόταν στην Ανατολή ή τη Δύση του. «Το Σάββατο του Λαζάρου θα φθάσουν στη Μύκονο δύο Καραβάνια από ξένους περιηγητές. Το “Κραλίτσα Μαρία” με 250 Βέλγους και το “Πατρίς” με 100 Γάλλους του Συλλόγου “Οι φίλοι του Λούβρου”. Την επίσκεψη στο Μουσείο θα αναλάβει η τοπική Επιτροπή Τουρισμού.» Με αυτές τις γραμμές η εφημερίδα της Μυκόνου υποδέχεται τους τουρίστες το Πάσχα του 1935 στο νησί.
Προς το τέλος της δεκαετίας του 1930 όλο το διεθνές jet set ξέρει ότι η Μύκονος είναι ένα νησί που θα αφουγκραστεί τις ανάγκες του.
Δημοσιεύματα της εποχής αναφέρουν πως πλήθος από κότερα φτάνουν στο λιμάνι του νησιού. Σε ένα από αυτά βρίσκονται ο δούκας και η δούκισσα του Κεντ. Πρόκειται για την πριγκίπισσα Μαρίνα της Ελλάδας, η οποία πέρασε την πρώτη δεκαετία της ζωής της στο Τατόι, και το σύζυγό της πρίγκιπα Γεώργιο, γιο του τότε βασιλιά της Αγγλίας. Οι δυο τους είχαν παντρευτεί πρόσφατα στο Αβαείο του Ουέστμινστερ και έφτασαν στη Μύκονο για να συναντήσουν ένα άλλο ζευγάρι ερωτευμένων: το διάδοχο Παύλο και την πριγκίπισσα Φρειδερίκη.
Μια άχαρη μετάβαση
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος επηρέασε καθοριστικά το νησί των Ανέμων. Οι καλλιτέχνες, οι διανοούμενοι και οι πλούσιοι γόνοι εφοπλιστικών οικογενειών έπαψαν να νιώθουν ασφαλείς σε ένα σημείο του Αιγαίου όπου ο γερμανικός στρατός πραγματοποιούσε συχνές καταδρομές.
Μέχρι το 1950 οι κάτοικοι της Μυκόνου έχουν σχεδόν ξεχάσει ότι το νησί τους αποτέλεσε πόλο έλξης των πρώτων Ευρωπαίων jet setters.
Όμως δύο παλιοί γνώριμοι του νησιού θα αναπολήσουν τις στιγμές χαλάρωσης που τους χάρισε: Η Φρειδερίκη και ο Παύλος επισκέπτονται και πάλι το νησί στη νέα του εποχή και του δίνουν το χτύπημα στην πλάτη που χρειάζεται για να απογειωθεί.
Η Μαρία Κάλλας, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Δημήτρης Χορν και η Μελίνα Μερκούρη είναι οι πρώτοι διάσημοι τουρίστες που θα ακολουθήσουν.
Θα φέρουν μαζί τους τη λάμψη και τη διεθνή ακτινοβολία τους και από τότε μέχρι σήμερα το γαλανόλευκο νησί που έγινε διάσημο επειδή απλώς ήταν απέναντι από τη Δήλο θα γίνει ένα τρόπαιο κοσμικότητας για τα ελληνικά καλοκαίρια.
Πηγή DownTown, κείμενο Δημήτρης Χριστόπουλος
Οι φωτογραφίες είναι από το Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ
Άρθρα στην ίδια κατηγορία θα βρείτε εδώ